Αλέξης Τσίπρας: «Ήρθε η ώρα να ακουστεί η δική μου φωνή»

Με τον πρόλογο του βιβλίου «Ιθάκη», ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθεί όχι απλώς μια επιστροφή στο δη...

Αλέξης Τσίπρας: «Ήρθε η ώρα να ακουστεί η δική μου φωνή»

Με τον πρόλογο του βιβλίου «Ιθάκη», ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθεί όχι απλώς μια επιστροφή στο δημόσιο λόγο, αλλά μια πολιτική επανατοποθέτηση. «Ήρθε η ώρα ν’ ακουστεί και η δική μου φωνή», δηλώνει στην αρχή του κειμένου, εγκαινιάζοντας έναν τόνο προσωπικής εξομολόγησης, αλλά και συλλογικής υπενθύμισης. Ο πρώην πρωθυπουργός εμφανίζεται αποφασισμένος να αποτυπώσει τη δική του εκδοχή για μια περίοδο που «όλοι έχουν καταθέσει τη δική τους εκδοχή… όλοι, εκτός από έναν: τον άνθρωπο που κλήθηκε να πάρει τις αποφάσεις».

Πιο συγκεκριμένα, ο πρόλογος λειτουργεί ως πολιτικό μανιφέστο, ως μια προσπάθεια του πρώην πρωθυπουργού να επανανοηματοδοτήσει την ηγεσία του μέσα από το πρίσμα της ευθύνης, της ιστορίας και της αποστολής. Από την πρώτη παράγραφο, θέτει το πλαίσιο: «Υπάρχουν στιγμές στη ζωή που φτάνεις σ’ έναν κόμπο… Εκεί όπου κάθε εσωτερική σου βεβαιότητα δοκιμάζεται.» Η εικόνα του “κόμπου” γίνεται σύμβολο των κρίσιμων επιλογών της εξουσίας, ένα σημείο υπαρξιακής δοκιμασίας, όπου «οι αποφάσεις δεν επηρεάζουν απλώς τη δική σου ζωή, αλλά διαμορφώνουν τη μοίρα χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ανθρώπων».

Η πολιτική ως αποστολή και υπέρβαση

Η ρητορική του Τσίπρα στον πρόλογο ισορροπεί ανάμεσα στην εξομολόγηση και την πολιτική αναστοχαστικότητα. Δεν γράφει ως παρατηρητής, αλλά ως δρων υποκείμενο. Το βιβλίο του, όπως δηλώνει, «δεν γράφτηκε για να εξωραΐσει αποφάσεις ή να ωραιοποιήσει γεγονότα, αλλά από την ανάγκη της μαρτυρίας… να ειπωθούν τα γεγονότα όπως τα έζησα». Με αυτόν τον τρόπο, μετατρέπει το πολιτικό σε βιωματικό. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν επιχειρεί να απολογηθεί· επιχειρεί να αφήσει το δικό του αποτύπωμα στη μνήμη της συλλογικής κρίσης.

Στο κέντρο του προλόγου βρίσκεται η έννοια της ευθύνης. Η επανάληψη της λέξης δεν είναι τυχαία, αποτελεί θεμέλιο της πολιτικής του αυτοαντίληψης. «Όταν ανέλαβα την ευθύνη της χώρας το 2015, η πραγματικότητα ήταν αμείλικτη… Οι αποφάσεις που έπρεπε να ληφθούν δεν είχαν απλώς πολιτικό κόστος· είχαν ηθικό βάρος, κοινωνική προέκταση, ιστορική διάσταση.» Εδώ, ο Αλέξης Τσίπρας περιγράφει τη διακυβέρνησή του ως σταυροφόρο αποστολή, όπου ο ίδιος «κουβαλούσε στις πλάτες του τα φαντάσματα των αδικαίωτων αγώνων του χθες και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς».

Η αφήγησή του παραμένει συνεπής με το αφήγημα της Αριστεράς που ο ίδιος ενσάρκωσε: της Αριστεράς που δεν φοβάται να κυβερνήσει, αλλά πληρώνει το τίμημα της σύγκρουσης με την πραγματικότητα. Όπως σημειώνει: «Η πολιτική, όταν δεν ασκείται ως ρόλος που κληρονομείς αλλά ως εσωτερική αποστολή, έχει τη δύναμη να σε μεταμορφώσει. Δεν είναι η διαχείριση της καθημερινότητας, αλλά η τέχνη της υπέρβασής της.» Εδώ ο Τσίπρας επιχειρεί να επαναφέρει τον ηθικό και ιδεολογικό πυρήνα της πολιτικής πράξης — σε πλήρη αντίθεση με τη γραφειοκρατική, “τεχνοκρατική” εκδοχή που κυριάρχησε μετά την κρίση.

Η ιστορία ως πεδίο διεκδίκησης

Η “Ιθάκη” δεν είναι μόνο βιβλίο αναμνήσεων. Είναι μια πολιτική πρόταση μεταμφιεσμένη σε αφήγηση. «Το βιβλίο δεν είναι μόνο μια κατάθεση εμπειριών. Είναι και μια πρόταση. Η προσπάθεια να μετατραπεί η γνώση που αποκτήθηκε μέσα στη φωτιά της κρίσης σε σχέδιο, σε όραμα για την Ελλάδα του αύριο.» Εδώ ο πρώην πρωθυπουργός υπενθυμίζει ότι η πολιτική, για εκείνον, εξακολουθεί να είναι ένα “ανοιχτό σχέδιο”, μια διαδικασία διαρκούς αναμέτρησης με τα όρια του εφικτού.

Ωστόσο, πίσω από το ύφος του στοχασμού, διαφαίνεται και μια πολιτική στρατηγική επανατοποθέτησης. Ο πρώην πρωθυπουργός εμφανίζεται ως ο ηγέτης που «δεν φοβήθηκε να πάρει αποφάσεις», που «δεν εγκατέλειψε τη χώρα του», που «σήκωσε το βάρος». Σε μια εποχή όπου η πολιτική εμπιστοσύνη διαβρώνεται, ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί να ξαναθέσει το πρόσωπό του ως φορέα αυθεντίας, όχι μέσα από την εξουσία, αλλά μέσα από τη μαρτυρία.

Η “Ιθάκη” του δεν είναι νοσταλγία· είναι διεκδίκηση του δικαιώματος να ερμηνεύσει ο ίδιος την Ιστορία. «Η Ιστορία δεν είναι τρόπαιο ούτε πεδίο ιδιοκτησίας. Είναι το κοινό μας έδαφος, χώρος μνήμης, ευθύνης και αλήθειας.» Σ’ αυτή τη φράση συμπυκνώνεται η πολιτική στόχευση του βιβλίου: να αμφισβητήσει την “καθεστωτική” ανάγνωση της περιόδου 2015–2019, που παρουσιάζει τον ΣΥΡΙΖΑ ως ανώριμο ή λαϊκιστικό επεισόδιο.

Η ρητορική του Αλέξη Τσίπρα θυμίζει πολλές φορές προγραμματικό λόγο. Ανακαλεί την ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης ως αφετηρίας κάθε πολιτικής: «Γράφω γιατί θέλω να δείξω πως έθεσα τον εαυτό μου στην υπηρεσία της χώρας μου αλλά και της κοινωνικής δικαιοσύνης, επιδιώκοντας με όλη τη φλόγα της ψυχής μου μια καλύτερη μοίρα για αυτόν τον βασανισμένο λαό.» Το συναίσθημα συναντά την ιδεολογία, και το προσωπικό συνδέεται με το συλλογικό.

Μνήμη, ευθύνη και το δικαίωμα στο αύριο

Στην ουσία, ο πρώην πρωθυπουργός αναμετριέται με την κληρονομιά της διακυβέρνησής του και επιχειρεί να την αποσυνδέσει από τα στενά κριτήρια επιτυχίας ή αποτυχίας. Μιλά για μια πορεία που «δεν ήταν χωρίς λάθη, ούτε χωρίς απώλειες, αλλά με το κεφάλι ψηλά». Ο πολιτικός απολογισμός μετατρέπεται σε ηθικό μανιφέστο: η αξία βρίσκεται όχι στο αποτέλεσμα, αλλά στη στάση.

Η τελευταία ενότητα του προλόγου είναι ίσως η πιο πολιτικά αιχμηρή. «Δεν έχω το δικαίωμα να αφήσω την Ιστορία στα χέρια εκείνων που πιστεύουν πως τους ανήκει μόνο και μόνο επειδή σήμερα θεωρούνται οι νικητές.» Εδώ ο Τσίπρας δηλώνει ότι η μάχη της Ιστορίας είναι ακόμη ανοιχτή — και ότι το πεδίο της δεν είναι οι εκλογές, αλλά η μνήμη. «Η χώρα μας έχει ανάγκη τη μνήμη, όχι ως μουσειακό κατάλοιπο, αλλά ως ζωντανό πολιτικό εργαλείο».

Η “Ιθάκη”, επομένως, δεν είναι απλώς ο απολογισμός ενός πρώην πρωθυπουργού. Είναι μια πολιτική πράξη συνέχειας. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν γράφει από απόσταση, αλλά ως ενεργός παίκτης στο πεδίο των ιδεών. Το βιβλίο του δεν είναι το “τέλος” μιας διαδρομής, αλλά το προοίμιο μιας νέας φάσης: εκείνης όπου η Αριστερά επιχειρεί να ξαναβρεί το ηθικό της κέντρο μέσα από την αυτογνωσία και τη διεκδίκηση της αφήγησης.